Όταν η τέχνη συντονίζεται με την ψυχή του Έθνους, γίνονται θαύματα!

0
2

Γράφει ο Στυλιανός Καβάζης.

Aρχές Αυγούστου του 1909, ο Κωστής Παλαμάς ολοκληρώνει το αριστούργημά του «Η Φλογέρα του Βασιλιά», ένα από τα επικότερα ποιήματα της νεοελληνικής λογοτεχνίας που εκτείνεται σε περισσότερους από 4.000 καλοδουλεμένους δεκαπεντασύλλαβους στίχους.

Γράφτηκε την εποχή που διεξαγόταν ο Μακεδονικός Αγώνας και προβάλλει το ηρωικό ιδεώδες μέσα από τη μορφή του Βασιλείου Β΄ του Βουλγαροκτόνου. Ο Παλαμάς με τη «Φλογέρα του Βασιλιά», καθώς και η Πηνελόπη Δέλτα με το ιστορικό μυθιστόρημά της «Στον καιρό του Βουλγαροκτόνου», συνέβαλαν τα μέγιστα στη θεμελίωση του νεοελληνικού εθνισμού, που βρήκε την έκφρασή του στις επιτυχίες των Βαλκανικών Πολέμων και στον διπλασιασμό της ελληνικής επικράτειας την περίοδο 1910-1920.

Πιο συγκεκριμένα, “Η Φλογέρα του Βασιλιά” διαδραματίζεται στις αρχές του 11ου αιώνα, σε μια περίοδο μέγιστης ακμής του μεσαιωνικού Ελληνισμού, και αφηγείται το πραγματικό ταξίδι (1018 μ.Χ., μετά την οριστική συντριβή των Βουλγάρων) του Βασιλείου Β΄ στην Αθήνα. Κεντρικό σημείο είναι το προσκύνημα του αυτοκράτορα στον Παρθενώνα, τότε ναό της Παναγίας σύμβολο για τον ποιητή της σύνθεσης και της ενότητας όλης της ελληνικής ιστορίας, αρχαίας, βυζαντινής και σύγχρονης.

Για τον Παλαμά αλλά και για την συντριπτική πλειοψηφία του πνευματικού κόσμου της εποχής του, ο Ελληνισμός ήταν και παραμένει ένα δυναμικό ιστορικό φαινόμενο, ικανό να αφομοιώνει νέες ιδέες χωρίς να χάνει την ψυχή του, έτοιμο να δημιουργεί και να φωτίζει.

Δυστυχώς, η τέχνη στην εποχή μας μοιάζει να έχει πάρει τον ακριβώς αντίθετο δρόμο. Από πηγή έμπνευσης και εθνικής ανύψωσης, έχει συχνά μετατραπεί σε πεδίο αποκομμένων πειραματισμών, ξένων προς την ιστορική μνήμη και το αισθητικό βίωμα του λαού. Αντί για Παλαμάδες που ανυψώνουν το πνεύμα, βλέπουμε «έργα τέχνης» σε αίθουσες όπως της Εθνικής Πινακοθήκης, τα οποία περισσότερο προκαλούν απορία και αποξένωση παρά δέος και υπερηφάνεια. Όταν η τέχνη χάνει την επαφή με την Ιστορία, την Παράδοση και την ψυχή του έθνους, παύει να δημιουργεί θαύματα και καταλήγει σε άψυχα περιβλήματα, χωρίς φλόγα και καρδιά.

Πέρα από τα παραπάνω αξίζει να σημειωθεί ότι κατά τον Πόλεμο του 1940, ο Παλαμάς μαζί με άλλους Έλληνες λόγιους υπέγραψε την έκκληση των Ελλήνων διανοουμένων προς τους πνευματικούς ανθρώπους όλου του κόσμου, καταδικάζοντας την ιταλική επίθεση και καλώντας σε επανάσταση συνειδήσεων. Η φήμη του υπήρξε παγκόσμια ήταν ο ποιητής του Ολυμπιακού Ύμνου, του τραγουδιού που συνοδεύει κάθε Ολυμπιακή διοργάνωση. Ακόμη και ο ίδιος ο Αδόλφος Χίτλερ έστειλε προσωπικό στέφανο αεροπορικώς από το Βερολίνο, αποδίδοντας τιμές στη μνήμη του.

Γιατί όσο η τέχνη δεν ξαναβρίσκει τη φωνή της μέσα από την ιστορία και την ψυχή του έθνους, τα έργα της θα σβήνουν σαν σπίθες στον άνεμο και ο τόπος θα διψά για έναν νέο Παλαμά να τον υψώσει ξανά.

Παραθέτω μερικά αποσπάσματα από το αριστούργημα του δεύτερου εθνικού μας ποιητή μετά τον Διονύσιο Σολωμό:

<<*Εσύ ‘σαι, που κορόνα σου φορείς το Βράχο;
Εσύ ‘σαι, Βράχε, που το ναό κρατάς, κορόνα της κορόνας;
Ναέ, και ποιος να σ’ έχτισε μες στους ωραίους ωραίο,
για την αιωνιότητα με κάθε χάρη Εσένα;

*Σ’ εσέ αποκάλυψη ο ρυθμός, κάθε γραμμή και Μούσα•
λόγος το μάρμαρο έγινε κι η ιδέα τέχνη, και ήρθες
στη χώρα τη θαυματουργή, που τα στοχάζεται όλα
με τη βοήθεια των Ωρών των καλομετρημένων,
ήρθες απάνου απ’ τους λαούς κι απάνου απ’ τις θρησκείες, κυκλώπειε, λυγερόκορμε και σα ζωγραφισμένε.….

*Ναέ, τα θέμελά σου εσέ δεν είναι ριζωμένα,
σα να τη ‘γγίξαν τρίσβαθα την τέλειωση του κόσμου,
μηδέ το μέτωπό σου εσέ πάει πέρα από τα γνέφια,
σαν πυραμίδας κολοσσός απάνου σ’ ερμοτόπι
της Αφρικής. Ανάλαφρα κρατάν εσέ στου αέρα
τη διαφανάδα τη γλαυκή των Oλυμπίων τα χέρια.

*Κι η αρχοντική κορφή σου εσέ δίχως θρασά να πάει
για να χαθεί στ’ απέραντα που μάτι δεν τη φτάνει,
το Πνεύμα προς τ’ απέραντα ξέρει απαλό και φέρνει.
Εσένα δε σε χτίσανε τυραγνισμένων όχλοι,
καματερά ανθρωπόμορφα, σπρωγμένα απ’ τη βουκέντρα
φαρμακερά κι αλύπητα, δυνάστη αιματοπότη.

*Εσένα με το λογισμό κι εσέ με το τραγούδι
σε υψώσαν των ελεύθερων οι λογισμοί εκεί όπου
και ο Νόμος σαν πρωτόγινε της Πολιτείας προστάτης,
με το ρυθμό πρωτόγινε, κι ήταν κι αυτός τραγούδι…

*Κι ακούστε! Πρέπει κι ο άνθρωπος, κάθε φορά που θέλει
να ξαναβρεί τα νιάτα του, να ‘ρχεται στο ποτάμι
της Oμορφιάς να λούζεται. Σ’ όλα μπροστά τα ωραία
να στέκεται αδιαφόρευτα και γκαρδιακά να σκύβει
προσκυνητής, ερωτευτής, τραγουδιστής, διαβάτης.

*Κι αφού όλων πάει ταξίματα και μεταλάβει απ’ όλα,
πάλι και πάντα να γυρνά σ’ εσένα μ’ έναν ύμνο
Μ’ εσένα το ξανάνιωμα του κόσμου ν’ αρχινάει,
του κόσμου το ξανάνιωμα μ’ εσέ να παίρνει τέλος…>>

Κωστής Παλαμάς, «Η Φλογέρα του Βασιλιά».

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.